«Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και πολύ λίγος για να είμαι κάτι»… * * * * * «Ψάχνω να βρω λέξεις… που να "αγγίζουν" κι αγγίγματα που να μιλούν»…

8 Απρ 2024

Βιβλία στο δρόμο, «ατάκτως ερριμμένα»…

Είναι λυπηρό έως σοκαριστικό το θέαμα που αντίκρισα σε δρόμο που έτυχε να περάσω. Ένας σωρός από βιβλία, σε καλή κατάσταση όπως διαπίστωσα, πεταμένα στο πεζοδρόμιο δίπλα από κάδο σκουπιδιών. Αυτό μ’ έκανε να σταματήσω στη μέση του δρόμου και να φωτογραφίσω αυτό που έβλεπα. Ήθελα να έχω πειστήριο για να το συνειδητοποιήσω. Θα ήθελα να ξέρω αν υπήρχαν κι άλλα βιβλία μέσα στον κάδο κι απλά αυτά που ήταν απ’ έξω ήταν γιατί δεν χωρούσαν άλλα μέσα.
Πάνε χρόνια είχα δει βιβλία σε μαύρους σάκους σκουπιδιών αλλά έτσι «ατάκτως ερριμμένα» στο δρόμο δεν περίμενα να δω.
Αν σκεφτεί κανείς, πέρα απ’ τη γνώση που προσφέρουν τα βιβλία, την ψυχή του συγγραφέα, τη φαντασία του, τη σκέψη, τον κόπο μέχρι να το εκδώσει, τα χρήματα που δαπάνησε να τα αγοράσει, αυτό και μόνο θα ήταν ντροπή, Ας τα χάριζε, ας τα δώριζε σε σχολεία, βιβλιοθήκες κι ένα σωρό άλλους χώρους που θα μπορούσαν να τα δεχτούν. Αλλά ποτέ έτσι… Όχι!
Πέρασα ξανά, μετά από δυο μέρες. Δεν υπήρχαν πλέον. Σκέφτηκα μήπως και είχαν την τύχη –και μακάρι να ήταν έτσι– αυτών που ένας οδηγός απορριμματοφόρου στην Κολομβία, κάθε που βρισκόταν σε παρόμοιες περιπτώσεις, τα μάζευε κι έφτασε να γεμίσει εκατοντάδες βιβλιοθήκες σε σχολεία, κέντρα μελέτης και κοινότητες της χώρας του.


 
   

17 Φεβ 2024

Μικρές χαρές…

Τώρα που άνθισαν οι αμυγδαλιές, κάθε φορά που τις αντικρίζω διάσπαρτες στους δρόμους της πόλης –ψηφίδες ομορφιάς μέσα σ’ έναν γκρίζο κόσμο– με κυριεύει ένα αίσθημα χαράς. Τις παρατηρώ, τις θαυμάζω κι αφήνω τη ματιά μου καρφωμένη πάνω τους. Πόσες στιγμές, πόσες ασήμαντες λεπτομέρειες χάνουμε, αλήθεια, με μια φευγαλέα ματιά… Κάτι τέτοια, απλά τα λογαριάζω και τα προσθέτω στις μικρές χαρές της ζωής μου. Αυτές οι πρόσκαιρες μικρές χαρές –δεν είναι  και πολλές πλέον– είναι το καύσιμο που διαμορφώνει τη διάθεσή μου. Τις χρειάζομαι.
Την ίδια αίσθηση νιώθω, όταν πιάνω να γράφω κι άξαφνα ο ειρμός της σκέψης και της γραφής μου σκοντάφτει σε μια λέξη που χάνεται προς στιγμήν μες στο μυαλό μου, και δεν μ’ αφήνει να συνεχίσω. Μου συμβαίνει συχνά, τι να κάνω… Κι είναι τότε, στην απόγνωσή και την αγωνία μου, που καταφεύγω, «εισβάλω» κυριολεκτικά για να βρω τη λύση στο χάρτινο κόσμο μου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο –βρίσκονται και με περιμένουν– οι σημειώσεις μου, εκεί χάνομαι. «Σημειώσεις επί παντός». Εκεί, πάνω σε αδέσποτα χαρτάκια, σε περιθώρια τετραδίων, σε υπογραμμισμένες παραγράφους βιβλίων, σ’ ό,τι τέλος πάντων έβρισκα πρόχειρο μπροστά μου, σημείωνα και κρατούσα τότε και φυσικά συνεχίζω να το κάνω ακόμη. Ξεφυλλίζοντάς τες, βυθίζομαι στο σύμπαν τους, στον ανεκτίμητο θησαυρό μου, στις μικρές χαρές μου... 

8 Φεβ 2024

Μια φράση, μια εικόνα, χίλιες σκέψεις..

Είναι κάποιες στιγμές, όπως συνηθίζω να γράφω, που μέσα από λέξεις ή φράσεις είτε αποτυπωμένες στο χαρτί, είτε ακόμη και σε μηνύματα γραμμένα σε ξεφτισμένους τοίχους κτιρίων βρίσκω αιτίες που ορίζουν τη σκέψη μου. Μου προκαλούν συναισθήματα από κείνα που δεν τα φτιάχνουμε εμείς. Μόνα τους έρχονται και μας βρίσκουν.

Στέκομαι με τα μάτια μου καρφωμένα σε κείνα τα γκράφιτι γραμμένα περίτεχνα ή όχι με λέξεις, φράσεις, μηνύματα τυχαία, στη σκουριά των τοίχων, στα οποία διακρίνω ποιητικές πινελιές. Είναι η ασήμαντη ποίηση του δρόμου, με στίχους κάποιου ταπεινού αδικημένου ποιητή. Παρόλο που τα περισσότερα έχουν τη σημασία τους.
Σαν θεατής μιας ζωής που ακροβατεί ανάμεσα στην ομορφιά που μπορεί να έχει για τον καθέναν και την σκληρότητα της πραγματικότητας, αναζητώ τις λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά, στιγμές που με ταξιδεύουν, αξίες που εκφράζονται και ξεπηδάνε ακόμη και μέσα από χαλάσματα, για να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Ειλικρινά αναρωτιέμαι, σε αυτόν τον κόσμο τον σκληρό κι απάνθρωπο όπου ζούμε, πως γίνεται κάποιοι άνθρωποι επιμένουν να γράφουν τέτοιες τρυφερές ιστορίες…



5 Φεβ 2024

Μες στο πλήθος τι να πούμε για λαχτάρες και καημούς...

 

Έτσι είναι, συμβαίνει συχνά ή όχι; Όπως πάμε μες στην πόλη, συναντάμε γνωστούς μας απ’ το πουθενά κι αμέσως αρχίζουν χαιρετισμοί, χαμόγελα, ματιές, δυο κουβέντες στα γρήγορα: και η απορία: μα πώς χαθήκαμε… Κι ύστερα διλήμματα, αμηχανία σιωπή και… Άντε, κανόνισε να τα πούμε κάποια στιγμή. Ναι, μωρέ, σίγουρα. Άμεση και η δικαιολογία...  άλλωστε «μες στο πλήθος τι να πούμε για λαχτάρες και καημούς». Ωραία, ναι, κανόνισε. Τα λέμε… Και τελικά «είπαμε να μη χαθούμε κι ανταλλάξαμε αριθμούς. Δέκα βήματα πιο πέρα τους πετάξαμε κι αυτούς». Ίσως οι ενοχές παίρνουν σειρά ή όχι… 
* Σε εισαγωγικά στίχοι του Άλκη Αλκαίου